«Μαζί με τον αφανισμό της ιστορίας απομακρύνεται σε μια μυθική υπόσταση το ίδιο το σύγχρονο συμβάν, περιβαλλόμενο από ανεπιβεβαίωτες διηγήσεις, αμφισβητούμενες στατιστικές και αστήρικτους συλλογισμούς»[1]
Ιερώνυμος Μπος, Η Δευτέρα Παρουσία
Η χιμαιρική φαντασία του Ιερώνυμου Μπος
Δελτίο ειδήσεων του ΣΚΑΙ 25/3/2020
Χωρίς αμφιβολία οι «εικόνες αποκάλυψης» του δελτίου του Σκάι είναι λίγο αστείες.Την δουλειά τους πάντως την κάνουν.
i. Ο καιρός του αλλόκοτου φόβου και της καπιταλιστικής κρίσης
Ζούμε εδώ και περίπου μία εικοσαετία στον καιρό του αλλόκοτου φόβου και των «ασύμμετρων απειλών».Οι πολεμικές κρατικές στρατηγικές, που τώρα πλέον γνωρίζουμε ότι είχαν πλανητική εμβέλεια και στόχευση,μας παρουσιάστηκαν ως μέγα-θέαμα, μέσω της ζωντανής μετάδοσης της πτώσης των δίδυμων πύργων την 11/9 του 2001. Συνεχίστηκαν με τις βόμβες στα τυφλά στην Μαδρίτη, στο Λονδίνο, στη Μόσχα. Εκατομμύρια στόματα ανοιγόκλεισαν ωρυόμενα σπέρνοντας φόβο και παράνοια. Η εποχή του αντιμουσουλμανικού ρατσισμού και των πολέμων στην Μέση Ανατολή και την Ασία ανέτειλε με εικόνες Αποκάλυψης και καταστροφής.
Έτσι δηλαδή όπως γινόταν πάντα σε εποχές επιτάχυνσης της καπιταλιστικής βίας, όπου το πολεμικό μήνυμα των αφεντικών έπρεπε να διεισδύσει παντού στις κοινωνικές σχέσεις και να παράξει νέες συμπεριφορές, νέες πειθαρχήσεις, νέες μορφές οργάνωσης της παραγωγής. Εκεί όπου η καπιταλιστική κρίση φορά την μάσκα των παρανοϊκών τρομοκρατών ή των βομβιστικών επιθέσεων στα τυφλά.
Υπάρχουν πολλοί άλλοι τρόποι με τους οποίους εκφράστηκε και εκφράζεται η καπιταλιστική κρίση όπως για παράδειγμα η λεγόμενη περιβαλλοντική κρίση[2]. Αλλά στην δικιά μας περίπτωση το ζήτημα είναι οι υγειονομικές κρίσεις, οι οποίες είναι εδώ και καιρό στο ρεπερτόριο των κρατικών στρατηγικών.
Δύο μήνες περίπου μετά την 11/9, στις 18/11 του 2001, τα διεθνή μήντια περιέγραφαν με τρόμο τον θάνατο ενός αμερικανού αξιωματούχου ο οποίος είχε μολυνθεί από το θανατηφόρο βακτήριο του άνθρακα (anthrax στ’ αγγλικά – σαν τους γνωστούς θρασάδες), από μία επιστολή που παρέλαβε μολυσμένη με το εν λόγω βακτήριο.Τις επόμενες εβδομάδες, νέες επιστολές με άνθρακα και μερικοί ακόμη νεκροί ολοκλήρωσαν το σκηνικό τρόμου. Η ιατρική συντάκτρια της Καθημερινής περιέγραφε την κατάσταση ως εξής:
Όταν το AIDS πρωτοχτύπησε, στη δεκαετία του ’80, ζούσαμε σ’ έναν σχετικά ασφαλή κόσμο.[…] Έπειτα η ιατρική έκανε μερικά θαύματα, το AIDS έπαψε να είναι ο απόλυτος τρόμος.[…]στο μεταξύ, οι απειλές πολλαπλασιάστηκαν και κέρδισαν σε επιτήδευση. Όχι σεξουαλικά μεταδιδόμενες νόσοι πλέον, αλλά άνθρακας – ο φόβος ξεκινά, εν δυνάμει, από τις πράξεις ρουτίνας, από τον χαρτοκόπτη που σκίζει ένα γράμμα.[…]
Έτσι καταρρέει η εμπιστοσύνη στο ανθρώπινο γένος: η βαθιά πίστη ότι το αυτοκίνητο σταματάει στο φανάρι, ο πεζός διασχίζει τη διάβαση. Ότι υπάρχει εγγενής τάξη πραγμάτων, ηθική αγωγή του πολίτη. Ότι κανείς δεν θα σου κάνει κακό ξαφνικά. Τώρα το αίσθημα ασφάλειας έχει κλονιστεί παγκοσμίως. Θυμίζει τους πρώτους μήνες εξάπλωσης του AIDS. Μια άγνωστη, σκοτεινή ασθένεια που δεν έχει γιατρειά, αλλά ρίχνει αεροπλάνα, μολύνει οργανισμούς και ποιος ξέρει τι θα σκαρφιστεί ακόμα. Δεν απειλεί την ανθρώπινη σεξουαλικότητα, αλλά την ανθρώπινη έκφραση εν γένει. Το όνομά της; Τρομοκρατία.[3]
Αυτή η παράξενη μίξη τρομοκρατίας και υγείας με τις επιθέσεις με άνθρακα μας προετοίμασε για την χρήση των επιδημιών ως πλανητικού μπαμπούλα. Αυτό που ξέχασε η εμβριθής συντάκτρια ήταν ότι ή διασπορά τρόμου ανανέωσε και εμβάθυνε την ιδέα ότι η μοναδική σωτηρία –τουλάχιστον για κάποιους- είναι τα κράτη και η εθνική ενότητα, ιδέα την οποία υπηρετεί άλλωστε η εφημερίδα Καθημερινή ακατάπαυστα για έναν αιώνα περίπου.
ii. Οι επιδημίες ως εργαλείο στρατιωτικοποίησης
Για τους μεγαλύτερους, το AIDS, ήταν ίσως η πρώτη φορά, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ΄80, που άκουσαν για κάποιον ιό, ο οποίος αποτελεί απειλή για την δημόσια υγεία και μάλιστα μεταδίδεται με το σεξ. Ίσως θυμούνται επίσης πώς ο ιός αυτός αποτέλεσε την αφορμή και δικαιολόγηση μιας τεράστιας εκστρατείας μέσω της οποίας το κράτος και το ιατρικό κατεστημένο, άρχισε να μας καταδεικνύει με ποιους και πώς πρέπει να κάνουμε σεξ και πώς πρέπει να οργανώσουμε την ερωτική και κοινωνική μας ζωή. Αλλά στην εποχή που εγκαινιάστηκε μετά την 11/9, οι ιοί και οι επιδημίες είχαν πλέον άλλη ευρύτερη και κρισιμότερη αποστολή: να συγχρωτιστούν ως κρατικές αφηγήσεις και στρατηγικές με την καπιταλιστική κρίση.Τον Απρίλη του 2003 τα δυτικά μήντια κατακλύζονταν από δημοσιεύματα σχετικά με έναν νέο κινέζικης προέλευσης ιό, που έμεινε γνωστός ως SARS. Η διασπορά του φόβου δεν έλαβε ιδιαίτερα μεγάλες διαστάσεις και η «γρίπη των πτηνών» ήταν κυρίως θέμα της Κίνας. Αλλά αυτή την φορά τα κράτη και οι ειδικοί τους άρχισαν να συζητούν στα σοβαρά τα ζητήματα που προέκυπταν από την πολιτική και κοινωνική διαχείριση των επιδημιών. Έγραφε πάλι η Καθημερινή:
Σοβαρά νομικά και ηθικά διλήμματα γεννάει η σταδιακή επέκταση της άτυπης πνευμονίας, που επιβάλλει σε όλα τα κράτη τη λήψη έκτακτων μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας. Εάν η απομόνωση των ασθενών είναι ίσως αποδεκτή και από τους ίδιους, καθώς συνδέεται με τη θεραπεία τους, τι γίνεται με τις καραντίνες που θέτουν σε περιορισμό ανύποπτους υγιείς πολίτες; Ποιος αποφασίζει για την αναγκαιότητά τους; Πόσο διαρκούν; Πρέπει να αποζημιώνονται οι άνθρωποι των οποίων στερείται η ελευθερία για την προστασία του ευρύτερου συνόλου; Αν ναι, ποιος θα πληρώσει; Σε όλα αυτά τα ερωτήματα καλείται τώρα να αποφασίσει η Ελλάδα λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τις ακρότητες που διαπιστώνονται στην Κίνα, όπου ανώτατο δικαστήριο αποφάσισε να εκτελούνται όσοι παραβαίνουν το μέτρο της καραντίνας.[4]
Τα ερωτήματα όπως τα έθετε ο ειδικός παραπάνω εξέφραζαν –εκτός των άλλων- τα διάφορα προβλήματα στην συγκρότηση μιας κρατικής στρατηγικής διαχείρισης των επιδημιών. Η Κίνα εν τω μεταξύ ήταν κατά ένα παράξενο τρόπο το μόνιμο κέντρο του κακού από το οποίο εξαπλώνονταν οι ιοί. Και οι «ακρότητες» στις οποίες επιδιδόταν το κινεζικό κράτος μελετιούνταν προσεκτικά. Οι ειδικοί της βιοηθικής και οι επιδημιολόγοι όλου του πλανήτη παρατηρούσαν προσεκτικά αυτά που συνέβαιναν στην Κίνα, εξέταζαν τις στρατηγικές του κινεζικού κράτους και άρχιζαν να αντιλαμβάνονται την χρησιμότητα των επιδημιών.
Η τελευταία πρόβα κρατικής διαχείρισης επιδημιών ήταν η «πανδημία της γρίπης των χοίρων», του ιού H1N1 την άνοιξη του 2009. Αν και εξαρχής φαινόταν ότι η γρίπη αυτή δεν είχε ιδιαίτερα σημαντικότερες επιπτώσεις από την κοινή εποχιακή γρίπη, η προπαγάνδα και η προετοιμασία των κρατών ήταν τότε πρωτοφανής. Σε κάθε περίπτωση ήταν ήδη σαφής η σχέση μεταξύ των επιδημιών και του διεθνούς εμπορίου:
Σε κάθε παγκόσμιο υγειονομικό πανικό (όπως ήταν παλιότερα το Sars και μετέπειτα η γρίπη των πτηνών) η ανθρώπινη υγεία κινδύνευσε, αλλά τελικά αρρώστησε βαριά κάποιος οικονομικός τομέας. Ίσως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα «παράπλευρων απωλειών» είναι οι αεροπορικές εταιρείες, που από το ξέσπασμα του Sars το 2003 έως σήμερα[2009] «πληρώνουν τη νύφη».[5]
Η γρίπη των χοίρων κατέληξε τελικά να ξεχαστεί και να χαρακτηριστεί από πολλούς ως ένας σχετικά αδικαιολόγητος πανικός. Ορισμένα κράτη κατηγόρησαν μάλιστα τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για αυτό τον λόγο. Αλλά τα κράτη προετοιμάζονταν.
Από τα όσα αναφέραμε παραπάνω θέλουμε να δείξουμε ότι το ζήτημα των επιδημιών διαθέτει μία πλούσια ιστορία τα τελευταία είκοσι χρόνια, την οποία πρέπει να αναδείξουμε. Παρότι όλοι θέλουν να μας πείσουν περί του αντιθέτου, όλα όσα βιώνουμε σήμερα δεν ήρθαν από το πουθενά, δεν είναι μία απροσδόκητη εξέλιξη δίχως προηγούμενο. Οι επιδημίες προσανατολίστηκαν όλη αυτή την περίοδο με την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση. Το ιατρικό κατεστημένο και οι υγειονομικοί θεσμοί ευθυγραμμίστηκαν και συγχρωτίστηκαν με τα κράτη και όλοι μαζί δοκίμασαν τρόπους με τους οποίους οι «υγειονομικές απειλές» θα θρέφουν της κρατικές προσταγές.
iii. Ένα πραξικόπημα χωρίς τανκς αλλά με γιατρούς και μπάτσους
«Και από άλλες απόψεις ο λοιμός έγινε αφορμή για μεγαλύτερη ανομία στην πόλη […]Έχοντας πέσει σε τέτοια συμφορά η Αθηναίοι υπέφεραν αφού και μέσα στη πόλη οι άνθρωποι πέθαιναν και έξω η γη τους ερημωνόταν. Στη δυστυχία αυτή φυσικό ήταν να θυμηθούν και τον ακόλουθο στίχο που οι γεροντότεροι έλεγαν ότι τραγουδιόταν παλιά:
Πόλεμος θα έρθει δωρικός και λοιμικό μαζί του.»[6]
Η σχέση των επιδημιών με την εξουσία, το κράτος και τον πόλεμο είναι τόσο παλιά όσο και η ιστορία. Η σύνδεση της ιατρικής και γενικότερα της επιστήμης με τις κρατικές στρατηγικές χρονολογείται ήδη από τις απαρχές των καπιταλιστικών κρατών, του ελληνικού συμπεριλαμβανομένου. Η «δημόσια υγεία» γίνονταν αντιληπτή με όρους δημόσιας τάξης και ασφάλειας, τόσο στο εσωτερικό, όσο και έναντι εξωτερικών «απειλών». Για παράδειγμα, στην επιδημία χολέρας που έπληξε την Αθήνα το 1854, η δημόσια τάξη ήταν το πρώτο ζήτημα και η μετακίνηση απαιτούσε έκδοση πιστοποιητικού:
Είναι χαρακτηριστικό ότι στις θανατηφόρες επιδημίες χολέρας το 1854 σε Αθήνα και Πειραιά οι γιατροί ανέλαβαν αρχικά μαζί με την αστυνομία τον αποκλεισμό του Πειραιά, την επιτήρηση των περιοχών, την έκδοση «υγειονομικών πιστοποιητικών» με τα οποία κάποιος μπορούσε να μετακινηθεί. Όταν η επιδημία γενικεύεται στην Αθήνα, οι φτωχότερες συνοικίες τις οποίες η χολέρα θερίζει παραμένουν αποκλεισμένες, τη στιγμή που η άρχουσα τάξη της εποχής εγκαταλείπει άρον-άρον την πρωτεύουσα για να προστατευτεί.[7]
Σίγουρα αυτά μοιάζουν με ιστορίες από ένα μακρινό παρελθόν, εντούτοις ένα βασικό χαρακτηριστικό αυτού που ονομάζεται δημόσια υγεία, δηλαδή κρατική υγεία, παραμένει αναλλοίωτο: όταν εμφανίζεται στο προσκήνιο το ιατρικό κατεστημένο, εμφανίζεται διατάζοντας – και ταυτόχρονα παρεμβαίνοντας στο σύνολο της ζωής της εργατικής τάξης.
Η σύγχρονη ιατρική που έχει δημιουργήσει τα δεκάδες εμβόλια και φάρμακα για τις επιδημίες και τις ασθένειες που θέριζαν την εργατική τάξη, παρουσιάζεται σήμερα ως ο σωτήρας από τις ιογενείς συμφορές. Μας λένε ότι οι γιατροί είναι οι ήρωες της τρέχουσας υγειονομικής κρίσης. Στην πραγματικότητα η ιατρική έχει διανύσει έναν μακρύ δρόμο στην καπιταλιστική ιστορία, πάντα στο πλάι του κράτους, αιχμαλωτίζοντας την εργατική τάξη μέσα σε μία παγίδα: την ίδια στιγμή που «απελευθερώνει» από τις παλιές ανίατες ασθένειες, παρεμβαίνει όλο και πιο πολύ στις κοινωνικές σχέσεις, αποτελεί την αφορμή και την δικαιολόγηση έτσι ώστε το κράτος να ταρακουνάει προς το συμφέρον του και ριζικά όλες τις βεβαιότητες των ταξικών σχέσεων.
Πράγματι ζούμε ιστορικές εποχές – σίγουρα όχι με τον τρόπο με τον οποίο μας λένε.
[1]Γκυ Ντεμπόρ «Σχόλια πάνω στην Κοινωνία του Θεάματος». Ελεύθερος Τυπος, χ.χ., έκδοση πρωτότυπου 1988, σελ.19
[2]Δες το «Η Εργασία, η Ενέργεια, η Κρίση και το Τέλος του κόσμου», στον ομώνυμο τόμο, Αρχείο 71, 2011, σελ.27-138
[3]Αμάντα Μιχαλοπούλου, «Σύγχρονες ασθένειες», Καθημερινή, 27/11/2001
[4]Γαλήνη Φούρα, «Ναι ή όχι στην επιβολή της καραντίνας;», Καθημερινή, 18/5/2003
[5]Διονυσία Βορίδη,«Παράπλευρες απώλειες», Καθημερινή, 6/5/2009
[6]Θουκυδίδη Ιστορία, Β 53-54, Πόλις, 2011, σελ.279
[7]«Η αυξημένη νοσηρότης της εργατικής τάξεως’: Δημόσια Υγεία και περίθαλψη στο ελληνικό κράτος», Antifa #40, 2/2014, σελ.22-24