Χαίρετε!
Πώς περνάτε με το συνδυασμό «βγείτε-πιείτε-πηγαίνετε σε live-ποιος ιός τώρα» και «ρεύμα γιοκ-βενζίνη γιοκ-λεφτά γιοκ-ετοιμαστείτε για πόλεμο και πείνα»; Φασάρα, ε;
Ε, λοιπόν, σε πείσμα του «κάντε όλοι σα να μη συμβαίνει τίποτα» θα προσπαθήσουμε να κάνουμε το εξής (δεν είναι και κάνα φοβερό): καταρχάς θα επιμείνουμε ότι «κάτι συμβαίνει» και κατά δεύτερον θα προσπαθούμε να καταλαβαίνουμε τι σκατά είναι αυτό το κάτι.
Πριν από δύο χρόνια, όταν το κράτος μας έκλεισε στα σπίτια μας, όλοι οι ρουφιάνοι του ντουνιά συντονίστηκαν. Συντονίστηκαν και άρχισαν να εκπέμπουν εντολές όλοι μαζί, μ’ ένα στόμα – μια φωνή. Την κρατική φωνή. Όλοι άρχισαν να λένε την αποψάρα τους και με ένα μαγικό τρόπο η αποψάρα τους ήταν η κρατική άποψη· εντάξει, όχι και τόσο μαγικό, αυτά παθαίνουν όλες οι αποψάρες που παραμένουν ατομικές.
Η συλλογική γνώμη και η συλλογική μνήμη είναι δύσκολο πράγμα. Τα τελευταία δύο χρόνια λοιπόν διάφοροι θυμήθηκαν ιστορίες απ’ τα παλιά, αλλά θυμήθηκαν μόνο τις ιστορίες που τους είπε το κράτος να θυμηθούν.
Θυμήθηκαν παλιές φονικές γρίπες και αντί να τις κοιτάξουν ως κρατική πολιτική τις είδαν ως απόδειξη της κρατικής αλήθειας για την πανδημία· θυμήθηκαν παλιές καλές ιδέες των αφεντικών και μας τις σέρβιραν ως πρωτοποριακές· θυμήθηκαν τι ωραία που είναι τα ελληνικά προϊόντα που δεν είναι εισαγόμενα· θυμήθηκαν πόσο προνοητικοί ήταν οι Κινέζοι που φορούσαν μάσκα before it was cool και πόσο αυταρχικοί μαλάκες είναι οι Κινέζοι που συνέχισαν το λοκντάουν after it was cool· θυμήθηκαν πόσο αγαπούν τις γιαγιάδες τους και ξέχασαν πόσο χεσμένες τις είχαν.
Και θυμήθηκαν και το «προφητικό τραγούδι» του Λουκιανού Κηλαηδόνη με τίτλο «Θα κάτσω Σπίτι», ένα χαρωπό τραγουδάκι του 1986 που πιθανότατα δεν είχε κάποιο νόημα αλλά είχε πλάκα. Και μόλις το θυμήθηκαν μας ζάλισαν. «Πιο επίκαιρο από ποτέ» το ανέβαζαν, «ύμνο» το κατέβαζαν, μέχρι και ριμέικ το κάνανε για να μας πούνε πόσο δίκιο είχε ο Λουκιανός το 1986 και πόσο πρέπει να κάτσουμε σπίτι εμείς σήμερα:
Ο ίδιος ο Κηλαηδόνης βέβαια είχε πεθάνει, οπότε βολικά δεν είχε τη δυνατότητα να μας πει τι ακριβώς εννοούσε και τη γνώμη του για το θέμα, αν και αμφιβάλλουμε ότι θα μπορούσε να πει και κάτι διαφορετικό, αφού εκείνη τη στιγμή η κρατική αφήγηση είχε πάρει όλες τις ατομικές γνώμες, τις είχε κάνει τ’ αλατιού και τις έκανε να είναι μία. Αλλά τι ωραίο πράγμα η μνήμη, ε; Όλοι το θυμήθηκαν το τραγούδι του και ένιωσαν ότι το θυμήθηκαν μόνοι τους. Ο Κηλαηδόνης όμως είχε γράψει κι άλλα τραγούδια, πολύ πιο σαφή ως προς το νόημά τους και την εποχή τους.
Το καλοκαίρι του 1979, ας πούμε, η κατάσταση θύμιζε κάπως τη σημερινή. Τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων τον Ιούλιο του 1979 έμοιαζαν κάπως έτσι:
Η «πετρελαϊκή κρίση» είχε χτυπήσει τη χώρα και η γραμμή ήταν «ενεργειακή κρίση», «αυξήσεις στις τιμές», «πληθωρισμός», «θα χρειαστούν θυσίες». Ο πρωθυπουργός της χώρας, Κ. Καραμανλής έλεγε πώς «με την κοινωνία της κατανάλωσης δημιουργήσαμε ένα τέρας που δε μπορούμε πια να το ελέγξουμε»[1]Οι δηλώσεις Καραμανλή αναφέρονται στο άρθρο με τον ζηλευτό τίτλο «Πρωθυπουργός: Θα αρχίσουμε σιγά-σιγά να … Continue reading και ανακοίνωνε μέτρα περιορισμού της κατανάλωσης και υποκατάστασης των εισαγωγών. Μέτρα οικεία, όπως πλαφόν στη βενζίνη, περιορισμό της χρήσης αυτοκινήτου και καθιέρωση του συστήματος μονά-ζυγά στα αμάξια, που μας κάνει παρέα μέχρι και σήμερα. Ένα ακόμα οικείο μέτρο ήταν και το κλείσιμο των νυχτερινών μαγαζιών στις 2 το βράδυ.
Κάπως τρομακτικό έτσι; Αλλά τέλος πάντων, η κρίση του 1979 και τα μέτρα που πήρε το ελληνικό κράτος είναι μια ιστορία για άλλη φορά. Ας επιστρέψουμε στο θέμα μας. Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης, που τότε ζούσε και έγραφε ο ίδιος τη γνώμη του για λογαριασμό του, έβγαλε ένα δίσκο εκείνη τη χρονιά. Στο εξώφυλλο του δίσκου υπήρχε μια εφημερίδα με τίτλο Τα Ίδια (diss στην εφημερίδα Τα Νέα) και πρωτοσέλιδο «Νέα Μέτρα – Πιο Νέα Μέτρα – Ακόμα πιο Νέα Μέτρα».
Ο δίσκος περιλάμβανε ένα κομμάτι που λεγόταν επίσης «Τα Νέα Μέτρα». Το κομμάτι έλεγε:
Δεν μας τρομάζουν τα νέα μέτρα,
δεν μας τρομάζει εμάς πληθωρισμός,
[…]
Δεν μας τρομάζουν τα νέα μέτρα
δεν μας τρομάζει εμάς το ενεργειακό,
[…]
Εδώ μας κλείνουν τώρα μέσα από τις δύο
και το δεχτήκαμε στα σιωπηλά,
τι κι αν μας βάλουν και στα καύσιμα δελτίο,
δεν μας φοβίζουν και το ξέρουνε καλά.
Δεν μας τρομάζουν τα νέα μέτρα,
τα συνηθίζουμε σιγά – σιγά,
εδώ δεχτήκαμε τόσα και τόσα,
θα φοβηθούμε τώρα τα μονά – ζυγά.
[…]
Δεν μας τρομάζουν τα νέα ωράρια,
σιγά – σιγά, τα συνηθίζουμε κι αυτά,
εδώ γινήκανε τόσα και τόσα
κι όμως εμάς, δεν μας τρομάξαν αρκετά.
Και πράγματι, ο Κηλαηδόνης είχε δίκιο. Τα νέα μέτρα συνηθίστηκαν σιγά-σιγά. Τα νέα μέτρα δεν τρόμαξαν αρκετά την ελληνική κοινωνία. Και τελικά τα νέα μέτρα ξεχάστηκαν. Σαράντα χρόνια αργότερα, δε μας περνούσε καν απ’ το μυαλό ότι τα νέα μέτρα δεν ήταν και τόσο νέα. Μας φαίνονταν πρωτοφανή. Και για άλλη μια φορά τα συνηθίσαμε. Και για άλλη μια φορά δε μας τρόμαξαν αρκετά.
Αντίθετα με μας, το κράτος μας που έχει μνήμη, θυμόταν όλες τις προηγούμενες φορές που είχε πάρει τα ίδια «νέα» μέτρα. Γιατί τα ίδια νέα μέτρα τα έχει δοκιμάσει, αποτιμήσει, εξελίξει και παραλλάξει κάμποσες φορές στην ιστορία του. Και τα θυμάται πολύ καλά.
Και όχι μόνο θυμάται. Έχει και τη δυνατότητα να μας λέει και τι να θυμόμαστε εμείς. Να μας λέει θυμηθείτε τον Κηλαηδόνη και το «Θα κάτσω σπίτι» κι εμείς να αδυνατούμε να θυμηθούμε μόνες μας τα «Νέα Μέτρα».
Αν δε θέλουμε λοιπόν να συνεχίσουμε να κάνουμε σα να μη συμβαίνει τίποτα, ενώ παράλληλα οι εφημερίδες μας ουρλιάζουν ότι μόλις γυρίσουμε απ’ τις διακοπές θα μας πάρουν το σκαλπ, καλά θα κάνουμε να δουλέψουμε λίγο τη μνήμη μας. Όχι την ατομική, αυτή τη φροντίζει για μας το κράτος· την άλλη, αυτή που θέλει κάμποση δουλίτσα για ν’ αρχίσει να δουλεύει. Τη συλλογική.
↑1 | Οι δηλώσεις Καραμανλή αναφέρονται στο άρθρο με τον ζηλευτό τίτλο «Πρωθυπουργός: Θα αρχίσουμε σιγά-σιγά να ζηλεύουμε τους υπανάπτυκτους», Μακεδονία, 3/7/1979. |
---|