Μας κόψαν τους μισθούς ως εκεί που δεν παίρνει. Μας αμόλησαν τους μπάτσους στις γειτονιές μας. Μας πέταξαν στη μούρη τα φασιστάκια για να τρομάξουμε. Μας λένε: να αγαπήσουμε τα αφεντικούλια που «ζορίζονται». Να δουλεύουμε σαν δούλοι. Να κάνουμε το σκατό μας παξιμάδι και να το βουλώνουμε. Γιατί «περισσεύουμε», γιατί δεν είμαστε όλοι «παραγωγικοί», γιατί η δημιουργικότητα και οι γνώσεις μας είναι «άχρηστες» και για πέταμα.
Ξέρουν όμως καλά, και τα αφεντικά και οι μπάτσοι και τα υπουργεία τους, ότι ανοίγουν τους ασκούς του Αιόλου. Ξέρουν καλά ότι φτιάχνοντας αδιέξοδα για όλους εμάς, τους νέους, τους άνεργους, τους μισθωτούς σκλάβους, φτιάχνουν ταυτόχρονα εχθρούς που δεν έχουν τίποτα να χάσουν.
Πρόβλημα λοιπόν, πρόβλημα μεγάλο για τους αφέντες. Πρόβλημα ακόμα μεγαλύτερο γιατί ήδη υπάρχουν εκείνοι και εκείνες που αποδεικνύουν ότι οι γνώσεις και ικανότητες των εκμεταλλευόμενων, όχι μόνο για πέταμα δεν είναι, αλλά το αντίθετο, είναι πέρα ως πέρα κοινωνικά χρήσιμες. Ήδη υπάρχουν εκείνοι και εκείνες που προσφέρουν τις δεξιότητες τους στην υπηρεσία συλλογικών σκοπών και παλεύουν ενάντια στο σύγχρονο φασισμό, δίχως κανένα υλικό όφελος και καμία καβάτζα, δείχνοντας την πράξη πόσο χρήσιμοι και παραγωγικοί είναι.
Αυτό είναι και το πρόβλημα με τη Villa Amalias. Αυτό είναι και το πραγματικό της «έγκλημα». Ότι σε ένα ακίνητο που σάπιζε από την εγκατάλειψη μόνο και μόνο επειδή οι ιδιοκτήτες του δεν μπορούν να βγάλουν φράγκα από δαύτο, έδωσε ζωή και στέγη σε πολιτικές εκδηλώσεις, συζητήσεις πολιτιστικές και μουσικές δημιουργίες των από κάτω. Ότι την περίοδο που στο κέντρο της Αθήνας έμπαινε σε εφαρμογή το ρατσιστικό πείραμα του Αγίου Παντελεήμονα, με σκοπό να μετατραπεί η περιοχή σε ανοιχτό στρατόπεδο συγκέντρωσης μεταναστών εργατών και πεδίο δράσης των φασιστών, οι καταληψίες της Villa Amalias και οι αντιφασίστες της πόλης στάθηκαν δίπλα και υπερασπίστηκαν αυτούς που δεν έχουν φωνή. Δίχως να έχουν να κερδίσουν τίποτα παρά μόνο την αξιοπρέπεια ενάντια στην ξεφτίλα και την υποτίμηση που ξερνάει ο ρατσιστικός οχετός. Δούλεψαν για όλους μας· χωρίς ανταλλάγματα.
Αυτό λοιπόν είναι και το πρόβλημα με όλους εμάς, τις καταλήψεις, τις αντιφασιστικές συνελεύσεις, τις ομάδες και τα κοινωνικά εγχειρήματα που πολεμάμε το σύγχρονο φασισμό. Ότι με το μυαλό μας, τις ικανότητές μας, τις καρδιές μας, γκρεμίζουμε μόνοι και δίχως καβάτζες τα αδιέξοδα που ορθώνονται μπροστά μας. Ότι με τις υποδομές μας, την επινοητικότητά μας, τον πλούτο των ικανοτήτων μας εργαζόμαστε συλλογικά και δίχως κανένα αντάλλαγμα για την ανατίμηση μας. Ε ναι, ξέρουμε πως αυτό είναι πραγματικό έγκλημα στα μάτια κάθε αφέντη. Και ναι, γι’ αυτό έχουν λυσσάξει οι Δένδιες και μας αποκαλούν «εγκληματίες» και «εστίες ανομίας». Φυσικά, θα συνεχίσουμε έτσι!