Μεσ’ στο σκοτάδι ζούνε τ’ αδέρφια μας.
Ξυπνάνε νύχτα κοιμούνται νύχτα τ’ αδέρφια μας.
Ζούνε στη Νίκαια, στην Αττική, στη Νέα Ιωνία τα αδέρφια μας.
Φτιάχνουν το ψωμί μας τ’ αδέρφια μας,
μας βάζουν βενζίνη και καθαρίζουν τους δρόμους τ’ αδέρφια μας.
Δεν έχουν χαρτιά τ’ αδέρφια μας.
Να επιβιώσουν παλεύουν τ’ αδέρφια μας.
Δεν έχουν φίλους τ’ αδέρφια μας.
Μόνον σωτήρες και εχθροί κυκλώνουν τ’ αδέρφια μας.
Γνωρίζουν καλά τη βία τ’ αδέρφια μας.
Μονάχοι παλεύουν το φόβο τ’ αδέρφια μας.
Μα είναι φορές που σηκώνουν κεφάλι τ’ αδέρφια μας.
Παίρνουν τους δρόμους και πέτρες τ’ αδέρφια μας.
Δεν είναι πια αόρατα τ’ αδέρφια μας.
Δε θέλουν να είναι αόρατα τ’ αδέρφια μας.
Υπάρχουν, υπάρχουν τ’ αδέρφια μας.
Και μας δίνουν το χέρι τ’ αδέρφια μας…