Βγάλανε τους φασίστες στους δρόμους για να μας τρομάξουν. Οι φασίστες όμως γέννησαν και τους εχθρούς τους: οι γυναίκες, οι μαθητές, οι εργάτες, οι κερκίδες, οι άνεργοι, οι μετανάστες, τα παιδιά των μεταναστών· μικρά τμήματα μιας νέας εργατικής τάξης οργανώθηκαν και κινήθηκαν κατά των φασιστών. Με νίκες, με ήττες, με όλα τα κουσούρια αλλά και με μια εντυπωσιακή δυναμική. Αν δουλειά της χρυσής αυγής ήταν να μας κλείσει μες στα σπίτια μας, τότε σίγουρα δεν την έκανε καλά. Όσοι τους τελευταίους μήνες κατέβηκαν στους δρόμους, ίσως και να μην το ήξεραν, ίσως και να το υποπτεύονταν, το ένιωθαν όμως πως το μέλλον που μας επιφυλάσσουν είναι ζοφερό.
Και τώρα το κράτος μας λέει πως έγινε αντιφασιστικό, πως οι φασίστες είναι πια φυλακή, πως καλύτερα να γυρίσουμε στα σπίτια μας να βρούμε μία ήσυχη γωνία να πάμε να ψοφήσουμε. Πολλοί όμως από όσους κατέβηκαν στους δρόμους, από όσους οργανώθηκαν και χτυπήθηκαν με τους φασίστες, δεν το έκαναν γιατί πίστευαν πως ο φασισμός που έχουμε μπροστά μας είναι αυτή η χούφτα φρενοβλαβών μαφιόζων της χρυσής αυγής. Πολλοί ήταν αυτοί που καταλάβαιναν πως φασισμός είναι οι μπάτσοι στους δρόμους. Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η κρατική διαχείριση της ανεργίας/εργασίας. Η οργανωμένη κατάρρευση των συστημάτων υγείας και παιδείας και ο μετασχηματισμός τους σε μηχανισμούς ελέγχου και αποκλεισμού. Το βλέμμα και η αλαζονεία του αφεντικού που ξέρει «πως σε έχει» κάθε πρωί. Πολλοί λοιπόν ήταν αυτοί που καταλάβαιναν πως ο φασισμός δεν έχει ανάγκη από καμία σβάστικα και πως το φασιστικό κρατικό σχέδιο της υποτίμησης μας ως το βαθμό της εξόντωσης, κρύφτηκε πίσω από τη σβάστικα της Χρυσής Αυγής.
Αυτή η αίσθηση έβγαζε πολλούς αντιφασίστες στο δρόμο, αυτή τους οργάνωνε, και όχι απλώς οι κρετίνοι της χρυσής αυγής. Και αυτή η αίσθηση δεν πρέπει να πεταχτεί, πρέπει να συνεχίσει να κινείται στους δρόμους, πρέπει να γίνει συνείδηση.