Η αλήθεια είναι ότι, καθώς ετοιμαζόμασταν για την εκδήλωση που διοργανώσαμε την Πέμπτη στις 19 του περασμένου Μαΐου στην ΑΣΟΕΕ, εμφορούμασταν από αδιόρατη ανησυχία. Η εκδήλωση είχε θέμα «Η προετοιμασία για Πόλεμο στην Ελλάδα και τον Κόσμο» και περιέργως η ανησυχία μας δεν αφορούσε κυρίως το περιεχόμενο της εκδήλωσης. Επιστρέφαμε, ύστερα από πάνω από δύο χρόνια, σε ένα πανεπιστημιακό χώρο, για να πραγματοποιήσουμε μια εκδήλωση σαν συνέλευση autonome antifa. Για την ακρίβεια είχαν περάσει 840 μέρες από τον Γενάρη του 2020 που είχαμε διοργανώσει μια πολιτική εκδήλωση με τίτλο «Ο ρατσισμός ως υλικό συμφέρον» στο κτίριο Γκίνη στο Πολυτεχνείο.[1]Autonome Antifa, Ο ρατσισμός ως υλικό συμφέρον: Διδάγματα από την πρόσφατη προσφυγική κριση, Αθήνα, 2020, εδώ … Continue reading
Φτάνοντας νωρίς το απόγευμα στο προαύλιο της ΑΣΟΕΕ με ντάλα ήλιο τίποτα δεν θύμιζε τον οδοστρωτήρα που πέρασε πάνω από τις ζωές μας τα τελευταία δυο χρόνια. Το πανεπιστημιακό οικοσύστημα ήταν το συνηθισμένο: κάτι φοιτητές αραχτοί στα παγκάκια, κάτι νεαρά κομματόσκυλα στα τραπεζάκια τους παρακολουθούσαν όλο περιέργεια την είσοδο μας. Κατόπιν των σχετικών διαβουλεύσεων βρεθήκαμε σε μια αίθουσα του υπογείου, που λεγόταν «Αίθουσα Χ», ονομασια που έδινε και αυτή μια αύρα μυστηρίου και αμηχανίας στην ύστερα από 840 ημέρες επιστροφή μας στο πανεπιστήμιο.
Σύντομα όμως, η αδιόρατη ανησυχία άρχισε να διαλύεται. Οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες που άρχισαν να φτάνουν ο ένας μετά την άλλη περιεργάζονταν αφενός το νέο τεύχος του περιοδικού Antifa,αφετέρου την νέα έκδοση με τίτλο «Το πείραμα πανδημία». Οι περισσότεροι δυσκολεύονταν να ταυτοποιήσουν τα κεφάλια που είχε στο εξώφυλλο του περιοδικού. Άλλοι ξεφύλλιζαν τις σελίδες από «Το πείραμα πανδημία» σχολιάζοντας ότι είναι σαν έχει περάσει μια αιωνιότητα από τότε που ο Χαρδαλιάς έδινε καθημερινά εντολές από τα δελτία ειδήσεων.
Όσο για την εισήγηση της εκδήλωσης, αυτή αποτελούνταν από δύο μέρη. Το πρώτο είχε σκοπό να παρουσιάσει τον τρόπο με τον οποίο τα καπιταλιστικά κράτη προετοιμάζονται στα πεδία της ιδεολογίας, της πολιτικής και της οικονομίας έτσι ώστε να συγκροτήσουν ένα ετοιμοπόλεμο εθνικό κορμό. Το δεύτερο επιδίωκε να προσφέρει γνήσια αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση στους δύσκολους καιρούς που ζούμε.
Το πρώτο κομμάτι ήταν ιστορικό. Υποστηρίζαμε ότι οι τρόποι σύστασης μιας πολεμικής οικονομίας και των αντίστοιχων ιδεολογιών ανιχνεύονται ξεκάθαρα στον μεσοπόλεμο, στις κρατικές πολιτικές και την προπαγάνδα όλων των κρατών που ετοιμάζονταν να εμπλακούν σε πόλεμο. Η ιστορική προσέγγιση ζητημάτων όπως η εξοικονόμηση ενέργειας, οι τρόποι ορθής διατροφής, η απαγόρευση του καπνίσματος και η υποχρεωτική στολή, διαλύει τις ψευδαισθήσεις περί «δημοκρατίας» και «φασισμού» και αναδεικνύει τις ομοιότητες των κρατικών πολιτικών εντός της πολεμικής προετοιμασίας. Τελικά μπορεί να πει κανείς ότι οι «σύμμαχοι» ήταν φασίστες όσο και οι υπόλοιποι· η διαφορά ήταν ότι ετούτοι ήταν οι φασίστες που νίκησαν στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Πανομοιότυπες κρατικές πολιτικές εντοπίζονται και στα τελευταία τριάντα χρόνια, αν και εδώ βρίσκονται κρυμμένες κάτω από τις ιδεολογίες του ανθρωπισμού, της ισλαμικής τρομοκρατίας και του υγιεινισμού. Η αναζήτηση του παρελθόντος βοηθά να εντοπίσουμε τις διαδικασίες πολεμικής προετοιμασίας και να τις αντιληφθούμε ως αυτό που είναι.
Στο δεύτερο κομμάτι αναζητήσαμε λόγους για τους οποίους μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι με τόσο κρατικό ζόφο γύρω μας, χωρίς να αναπαράγουμε ανόητες και αφελείς επαναστατικές κοινοτοπίες. Αυτό αποδείχθηκε δυσκολότερο. Έχουμε από καιρό επίγνωση των γιγαντιαίων καταστρεπτικών δυνάμεων που υψώνονται μπροστά μας και δεν έχουμε αυταπάτες για το μέχρι που μπορούν να φτάσουν τα δικά μας χέρια. Από την άλλη όμως, νομίζουμε ότι οι προηγούμενες 840 ημέρες υπήρξαν διαφωτιστικές. Ανέδειξαν πέραν πάσης αμφιβολίας τη σημασία και την επικαιρότητα της αυτόνομης πολιτικής οργάνωσης σε συνθήκες κρίσης και πολέμου. Μας έμαθαν πώς να στήνουμε συλλογικές άμυνες απέναντι στη φρίκη και την παράνοια. Μας υπενθύμισαν την αξία της ψύχραιμης ανάγνωσης των κρατικών πολιτικών. Μας έδειξαν τρόπους συλλογικής επιβίωσης και δράσης σε καιρούς χούντας και τρέλας ως μέλη μιας πολιτικά οργανωμένης κοινότητας. Κατανοήσαμε χωρίς καμιά ψευδαίσθηση πλέον, ποιοι είναι οι ρουφιάνοι και ποιοι αποτελούν τους δυνητικούς εχθρούς ενός κράτους που προετοιμάζεται για πόλεμο. Πάνω από όλα καταλάβαμε ότι σε αυτές τις αρνήσεις, σε αυτή την απειθαρχία απέναντι στη χούντα, τους μπάτσους και τους ρουφιάνους, της οποίας μικρό κομμάτι ήμασταν και εμείς, είναι που πρέπει να αναζητήσουμε την μοναδική πηγή αισιοδοξίας που απομένει. Και αυτό κάναμε. Αναζητήσαμε αισιοδοξία στα έργα και τις ημέρες της πολυεθνικής εργατικής τάξης γενικά και της εργατικής νεολαίας ειδικότερα στα νότια βαλκάνια.
Η αλήθεια είναι ότι, αντίθετα από ό,τι νομίζαμε, τελικά κάτι βρήκαμε. Η εισήγηση της εκδήλωσης περιλαμβάνεται στο τεύχος 80 του περιοδικού Antifa και μπορείτε να δείτε εκεί πώς πήγαν οι αναζητήσεις μας. Εδώ θα κλείσουμε με λίγα λόγια για το παρελθόν τους.
Που λέτε, πριν από αρκετά χρόνια, τον Απρίλη του 2013, είχε προταθεί το παρακάτω απόσπασμα, γραμμένο από τον Βάλτερ Μπένγιαμιν στις «Θέσεις για την Φιλοσοφία της Ιστορίας», για να μπει στο οπισθόφυλλο του τεύχους #36 του περιοδικού Antifa:
Στα πιο αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά της ανθρώπινης ψυχής», λέει ο Lotze, «συγκαταλέγεται …δίπλα στην τόσο μεγάλη φιλαυτία σε επιμέρους ζητήματα, η γενική έλλειψη φθόνου κάθε παρόντος απέναντι στο μέλλον». Αυτός ο συλλογισμός οδηγεί στο συμπέρασμα, πώς η εικόνα που διατηρούμε για την ευτυχία, είναι διαποτισμένη από το χρώμα του χρόνου, στον οποίο κάποτε η ροή της ύπαρξης μας αποδόθηκε …
Το ίδιο συμβαίνει με την εικόνα του παρελθόντος, την οποία οικειοποιείται η ιστορία. Το παρελθόν φέρνει μαζί του ένα μυστικό δείκτη, που παραπέμπει στην απολύτρωση. Δεν μας αγγίζει μήπως κι εμάς μια πνοή του αέρα που περιέβαλε και τους προηγούμενους από εμάς; Δεν υπάρχει στις φωνές που φτάνουν στα αυτιά μας, μια ηχώ φωνών, που έχουν πια σιωπήσει;…
Αν είναι έτσι υπάρχει τότε μία μυστική συμφωνία μεταξύ των γενεών που πέρασαν και της δικής μας. Η άφιξη μας στην γη ήταν αναμενόμενη. Μας έχει δοθεί σαν χάρισμα, όπως σε κάθε γενιά που προηγήθηκε, μία ασθενική μεσσιανική δύναμη, μία δύναμη για την οποίαεγείρει το παρελθόν αξιώσεις. Αυτές οι αξιώσεις δεν είναι δυνατό να ικανοποιηθούν με φθηνό τίμημα. Έχει γι’ αυτό γνώση ο ιστορικός υλιστής.[2]Βάλτερ Μπένγιαμιν, «Θέσεις για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας/ Ο Σουρεαλισμός/Για την εικόνα του Προυστ», Ουτοπία, … Continue reading
Οι σύντροφοι ευγενικά είπαν τι μαλακίες είναι αυτά για μεσσίες και ασθενικές μεσσιανικές δυνάμεις, εμείς είμαστε υλιστές, τι θεολογικές μαλακίες είναι αυτές, αποτρελάθηκες μωρέ και εσύ και ο Βάλτερ; Και είχαν δίκιο διότι όποιος καλόπιστος και να διάβαζε αυτό το απόσπασμα θα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι γίναμε χριστιανοί ή κάτι τέτοιο. Τελικά βάλαμε ένα λυρικό ποίημα για ένα βλάκα φασίστα που ήθελε σώνει και καλά, σε μια διαδήλωση μας, να νιώσει ολόπλευρα την διδακτική εμπειρία της πρόσκρουσης μεταξύ μύτης και κράνους.
Αλλά παρόλο που ο Μπένγιαμιν είχε θεολογικές επιρροές ο σκοπός του δεν ήταν να παρουσιάσει μια παράξενη θεολογική ερμηνεία της ιστορίας. Δεν υπάρχει Θεός, ούτε Θεός-μεσσίας. Όπου Θεός βάλτε τα κατώτερα στρώματα, την εργατική τάξη. Λέει ο Michael Lowy, που έχει γράψει ένα βιβλίο για τις «Θέσεις για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας», για το συγκεκριμένο θέμα:
Ο μοναδικός πιθανός Μεσσίας είναι ένας συλλογικός: είναι η ανθρωπότητα η ίδια, ή πιο συγκεκριμένα η καταπιεσμένη ανθρωπότητα. Δεν υπάρχει το ζήτημα να περιμένουμε για κάποιον Μεσσία…το ζήτημα είναι η συλλογική δράση. Η απολύτρωση είναι αυτο-απολύτρωση και μπορεί να βρει κάποιος το κοσμικό του ισοδύναμο στα λόγια του Μαρξ: οι άνθρωποι γράφουν την ιστορία τους, η απελευθέρωση των εργατών θα είναι έργο των ίδιων. Αυτό που διαχωρίζει τον Μπένγιαμιν από τον Μαρξ είναι όχι μόνο η θεολογική διάσταση αλλά και η έκταση των απαιτήσεων που έρχονται από το παρελθόν.[3]Michael Löwy, “Fire Alarm: Reading Walter Benjamin’s On the Concept of History”, Verso, 2005 σελ.33
Πραγματικά είναι δύσκολο να εντοπιστεί μια γνήσια πηγή αισιοδοξίας και αυτοπεποίθησης στους σκοτεινούς καιρούς μας. Κάποιοι που διαβάζουν αυτές τις γραμμές θα έχουν ήδη κουραστεί. Κάποιοι άλλοι θα έχουν μπερδευτεί. Άλλα έτσι είναι σύντροφοι· είναι δύσκολος ο εντοπισμός της πηγής της αισιοδοξίας. Αντίθετα οι πηγές της απαισιοδοξίας είναι παντού, έχουνε κανονίσει για αυτό οι ξεφτίλες, οι ηλίθιοι, οι αφελείς και οι ρουφιάνοι.
Μπορεί κανείς να καταλάβει τι πάει να πει «το παρελθόν εγείρει αξιώσεις στο παρόν» που λέει ο Μπένγιαμιν, αν σκεφτεί ότι τίποτα από αυτά που μας συμβαίνει δεν είναι πρωτότυπο. Εκατομμύρια πριν από εμάς πέρασαν αντίστοιχες καταστάσεις με εμάς, όσο και αν εμείς πιστεύουμε αλαζονικά ότι αυτά που μας συμβαίνουν δεν έχουν γίνει ποτέ άλλοτε.[4]Βλέπε και «Αυτονομία και Επανάσταση: Speaking #62”, Antifa #62, https://autonomeantifa.gr/wp-content/uploads/2022/06/62_speaking.pdf Επίσης, τα αφεντικά των κοινωνιών γνωρίζουν ότι κάθε εξουσία φτιάχνει και τους εχθρούς της: η ύπαρξη μας είναι δηλαδή αναμενόμενη. Είναι η εργατική τάξη που φτιάχνει την ιστορία και κάθε μέλος της έχει μια απειροελάχιστη, αλλά υπαρκτή συμμετοχή σε αυτό το έργο. Το σημαντικότερο όμως με την πηγή της αισιοδοξίας είναι ότι είναι άμεσα συνδεδεμένη με κόπο και εργασία « γιατί οι αξιώσεις δεν είναι δυνατό να ικανοποιηθούν με φθηνό τίμημα». Αλλά αυτό το ξέραμε από πάντα. Κανείς δεν πρόκειται να μας χαρίσει τίποτα.
Βιβλιογραφία
Όπως και όλα όσα μας απασχολούν, η ενασχόλησή μας με το «σύγχρονο στρατό» και τα προβλήματά του, μετράει πολλά χρόνια. Σχετικά μπορεί να δει κανείς «Το χακί στο εργαστήριο: Ο κληρωτός στρατός, οι μισθοφόροι και η άρνηση στο στρατό σήμερα», Antifa #29, 2/2012, εδώ https://autonomeantifa.gr/wp-content/uploads/2020/04/29_stratos_29.pdf.
Μια σύντομη ιστορία του πολέμου και των ιδεολογιών που τον συνοδεύουν, μπορεί να βρει κανείς στο «Η μηχανή της καταστροφής: ο στρατός, η ιστορία του, οι αρνήσεις», Antifa #30, 4/2012, εδώ https://autonomeantifa.gr/wp-content/uploads/2020/04/30_stratos.pdf.
Τα προβλήματα και οι προοπτικές των καραβανάδων δέκα χρόνια πριν, αναλύονται στο «Η μηχανική μεσολάβηση του μακελιού», Antifa #32, 7/2012, εδώ https://autonomeantifa.gr/wp-content/uploads/2020/04/32_periptero.pdf.
Αυτά τα τρία κείμενα, καθόλου κακής ποιότητας, και παρόλ’ αυτά χαμένα στον κουβά του διαδικτύου, έχουν ηλικία δέκα ετών. Είχαν χρειαστεί ολόκληρο εξάμηνο για να γραφτούν και ήταν αποτέλεσμα εσωτερικής συζήτησης της συνέλευσης autonome antifa. Φιλοδοξούσαν να καταστρώσουν μια αξιοπρεπή στρατηγική για τους αυτόνομους σε καιρούς «αγανακτισμένων», «Χρυσής Αυγής» και «επανάστασης στην Πλατεία Συντάγματος».
Όπως απέδειξαν τα όσα ακολούθησαν, το στήσιμο ενός αντιπολεμικού κινήματος το 2012, θα ήταν μια στρατηγική αξιοπρεπής και στην καρδιά των καιρών. Αλλά αξιοπρεπής δε σημαίνει και εφικτή. Τελικά ο «Σόιμπλε» και τα «ρεαλιστικά ριζοσπαστικά αιτήματα προς το κράτος» αποδείχθηκαν δελεαστικότερα μονοπάτια. Δελεαστικότερα γιατί ήταν καταλληλότερα για την βραχυπρόθεσμη πολιτική επιβίωση περιθωριακών ομάδων των Εξαρχείων. Τελικά, ακόμη και εμείς παρατήσαμε το ζήτημα του στρατού και της κοινωνικής προετοιμασίας για πόλεμο για πολλά χρόνια. Ο βολονταρισμός μας είχε όρια. Τα όρια ετίθεντο από το είδος του κοινωνικού υποκειμένου που συνιστά την αντεξουσία.
Σήμερα το ζήτημα του καπιταλιστικού στρατού και της οργανωμένης καταστροφής επανέρχεται σαν τον κακό δαίμονα. Σήμερα, έπειτα από δύο χρόνια «υγειονομικών αιτημάτων», και «φροντίδας για την ανθρώπινη ζωή», το κοιτάζουμε με ακόμη μεγαλύτερη αμηχανία, με ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη.
Δεν είναι κακιά τύχη καλές μας συντρόφισσες.
Είναι το τίμημα του οπορτουνισμού.
↑1 | Autonome Antifa, Ο ρατσισμός ως υλικό συμφέρον: Διδάγματα από την πρόσφατη προσφυγική κριση, Αθήνα, 2020, εδώ https://autonomeantifa.gr/o-ratsismos-os-yliko-symferon-didagma/ |
---|---|
↑2 | Βάλτερ Μπένγιαμιν, «Θέσεις για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας/ Ο Σουρεαλισμός/Για την εικόνα του Προυστ», Ουτοπία, 1983 σελ.8 |
↑3 | Michael Löwy, “Fire Alarm: Reading Walter Benjamin’s On the Concept of History”, Verso, 2005 σελ.33 |
↑4 | Βλέπε και «Αυτονομία και Επανάσταση: Speaking #62”, Antifa #62, https://autonomeantifa.gr/wp-content/uploads/2022/06/62_speaking.pdf |