Μια ανταπόκριση από την πολιτική συζήτηση του Antifa East στις 24/6 στον Βύρωνα.
Καθώς τέλειωνε ο Ιούνης, οργανώσαμε μια πολιτική εκδήλωση και συζήτηση στην πλατεία Τσιρακοπούλου στον Βύρωνα. Σκοπός μας ήταν να ανοίξουμε το ζήτημα της σύνδεσης ανάμεσα στον πόλεμο που κάνει το ελληνικό κράτος στο εσωτερικό, ενάντια στην εργατική τάξη, και τον πόλεμο που κάνει, ή ετοιμάζεται να κάνει, στον εξωτερικό, ενάντια σε άλλα κράτη. Αυτή η σύνδεση δεν είναι καθόλου εύκολη, γιατί έχει συσκοτιστεί από ένα πλήθος από κρατικά παραμύθια με αναπάντεχους «δράκους» (ιούς, τρελούς ηγέτες, μωβ μέδουσες, κλπ.), και δουλέψαμε πολύ για να μπορέσουμε να φτιάξουμε μια εισήγηση που να βγάζει νόημα.
Στην αφίσα που κολλήσαμε και το flyer που μοιράσαμε, ο τίτλος προμήνυε κολύμπι στα βαθιά: «Οι “αντικοινωνικοί”, η κρίση, ο πόλεμος». Είχαμε, δηλαδή, από την αρχή, ξεκαθαρίσει ότι θα αναφερθούμε σε πράγματα κάθε άλλο παρά ευχάριστα ή εύκολα. Και επιλέξαμε να εκθέσουμε δημόσια τη συλλογική μας γνώμη για όλα αυτά σε μια πλατεία στα ανατολικά της πόλης η οποία δεν είναι κεντρική, αλλά αποτελεί σημείο συνάντησης και αράγματος για πολλές και διαφορετικές φιγούρες της εργατικής τάξης.
Το αποτέλεσμα ήταν μάλλον καλύτερο απ’ αυτό που περιμέναμε. Κι όχι μόνο γιατί αρκετές δεκάδες συντρόφισσες και σύντροφοι από τις antifa ομάδες της Αθήνας και του Πειραιά, καθώς και κάποιες νέες μας φίλες από τη γειτονιά, συμμετείχαν μαζί μας σε μια συζήτηση η οποία μας φάνηκε πολύ χρήσιμη και πολύ πλούσια. Ο κύριος ίσως λόγος για τον οποίο η πολιτική μας εκδήλωση εξελίχθηκε σε ένα ωραίο καλοκαιρινό απόγευμα, παρά τα ζοφερά ζητήματα που έθιγε, έχει να κάνει με τη συγκυρία.
Εδώ και κάνα δίμηνο όλων των ειδών οι ρουφιάνοι, με όλων των ειδών τις αφορμές, με κουκλοθέατρα, ψαγμένες εικαστικές εγκαταστάσεις, μπουζούκια, παραδοσιακά χορευτικά συγκροτήματα, και χίλια δυο άλλα θορυβώδη αξεσουάρ, έχουν ξεχυθεί στις πλατείες και στα πάρκα, υπό τη σκέπη, πάντα, του καλού τους κράτους, με έναν κοινό σκοπό: να διώξουν την πολυεθνική εργατική τάξη. Αυτή η μεγάλης εμβέλειας καμπάνια για την αστυνόμευση του δημόσιου χώρου, χωρίς μπάτσους στην πρώτη γραμμή, αλλά με χορούς, τραγούδια, μαριονέτες και εκθέματα, είναι μια από τις τωρινές κρατικές απαντήσεις στις δικές μας απειθαρχίες.
Κατά το διάστημα της απαγόρευσης κυκλοφορίας, όταν τα μικρά και μεγάλα αφεντικά μας είχαν κλειστεί στα σπίτια τους για να σώσουν το τομάρι τους και να δείξουν πόσο ευλαβικά τηρούν τα εθνικά τους καθήκοντα, οι πλατείες και τα πάρκα χρωματίστηκαν ακόμα πιο έντονα από την παρουσία μας. Ο καταιγισμός δημοτικών «εκδηλώσεων» σε κάθε σημείο των γειτονιών μας είναι ένας τρόπος να συσπειρωθεί και να επανεμφανιστεί συντεταγμένα στον δημόσιο χώρο η μεσαία τάξη για να απωθηθούν οι «αντικοινωνικοί», ή τουλάχιστον να θυμηθούν, μέσα από μικρές και μεγάλες φιέστες, ποιος υποτίθεται ότι πρέπει να κάνει κουμάντο.
Σε μια τέτοια συγκυρία, η πραγματοποίηση μιας antifa πολιτικής εκδήλωσης-συζήτησης στον Βύρωνα, σε μια πλατεία όπως η Τσιρακοπούλου, αποκτά, εκ των πραγμάτων, έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα. Κι εμείς αρχίσαμε να αντιλαμβανόμαστε κάπως καλύτερα τι συμβαίνει όταν μοιράζαμε τα flyer σε πλατείες και ξαφνικά πέφταμε πάνω σε ορχήστρες να παίζουν εξωτικά άσματα για «θαλασσιές χάντρες», μπροστά σε μισοάδεια πλαστικά καθίσματα και μερικούς μικροαστούς να επιδεικνύουν το κέφι τους, χορεύοντας, απόκοσμα, στην αυτοσχέδια πίστα. Τότε είδαμε πόσο βάσιμο είναι αυτό που θέλαμε να πούμε οργανώνοντας αυτήν την πολιτική εκδήλωση στην ίδια πλατεία όπου κάποιους μήνες πριν είχαμε οργανώσει antifa open mics. Στην εκδήλωσή μας δεν υπήρχαν «ειδικοί», ούτε wannabe γκουρού της υψηλής θεωρίας. Εμείς οι ίδιες μιλήσαμε για όσα βλέπουμε να εξελίσσονται πάνω απ’ τα κεφάλια μας, με βάση μια συλλογική εμπειρία την οποία χτίζουμε μέρα με τη μέρα. Και για λίγο ξαναπήραμε την πλατεία από τους (δεξιούς και αριστερούς) νοικοκυραίους και τις εκδηλώσεις του δήμου.