Όπως θα έχετε μυριστεί από τους τοίχους (απευθυνόμαστε μόνο σε ανθρώπους που εξακολουθούν να κοιτάζουν τους τοίχους), ετοιμάζουμε μια πολιτική εκδήλωση.
Η εκδήλωση θα γίνει στην ΑΣΟΕΕ, την Πέμπτη που μας έρχεται.
Το ημερολόγιο θα γράφει 19 Μαΐου.
Το ρολόι ώρα 19:00 – εφτά το απόγευμα.
Το θέμα της εκδήλωσης θα είναι ο παγκόσμιος πόλεμος που εξελίσσεται εδώ και τριάντα χρόνια. Βασικά όμως, το θέμα θα είναι οι τρόποι με τους οποίους οι δυτικές κοινωνίες προετοιμάζονται για να συμμετάσχουν σε αυτόν τον πόλεμο. Η πολεμική προετοιμασία που θα περιγράψουμε έχει δύο όψεις. Η μία όψη της προετοιμασίας είναι… ας την πούμε ιδεολογική – εδώ περιλαμβάνονται τα απίθανα φούμαρα που έχουμε φάει στη μάπα εδώ και τριάντα χρόνια. Η άλλη όψη της προετοιμασίας είναι τεχνική και πολιτική – εδώ περιλαμβάνεται το χτίσιμο αυτού που ο Αλέξης Τσίπρας, σε μια πρόσφατη κρίση κοινοβουλευτικής ειλικρίνειας, περιέγραψε ως «πολεμική οικονομία».
Όπως καταλαβαίνετε, το πράγμα είναι λιγάκι πιο φιλόδοξο και λιγάκι πιο ζοφερό από αυτά που μας απασχολούν συνήθως. Οπότε το πιο δύσκολο απ’ όλα, ήταν να βρούμε έναν τρόπο να κλείσουμε αισιόδοξα.
Δυσκολευτήκαμε.
Για να καταλάβετε πόσο δυσκολευτήκαμε, θα σας δείξουμε την αρχική εισαγωγή του τελευταίου (και πιο αισιόδοξου) μέρους της εκδήλωσης. Και θα σας πούμε ότι αυτή η εισαγωγή τελικά πετάχτηκε στα σκουπίδια και θα εμφανιστεί μόνο εδώ. Ο λόγος που τελικά την πετάξαμε, βρίσκεται στο τέλος της. Εκεί αναγγέλουμε ότι εξετάζοντας τα δέκα τελευταία χρόνια, «θα δούμε τους τρόπους με τους οποίους, ακόμη και μέσα στην πιο καταθλιπτική κυριαρχία του κεφαλαίου, η εργατική τάξη συνεχίζει να διατηρεί τη δυνατότητά της να φτιάχνει τον εαυτό της· και μαζί να φτιάχνει την ιστορία». Μετά κι απ’ αυτό, κι αφού δεν είχε απομείνει τίποτα άλλο για να αναβάλουμε την κυρίως δουλειά, αρχίσαμε να κοιτάζουμε (δύσπιστα) τα δέκα τελευταία χρόνια… Και βρήκαμε τόσα πολλά να πούμε για το ταυτόχρονο φτιάξιμο της εργατικής τάξης και του κράτους που συντάσσεται εναντίον της, που στο τέλος χρειάστηκε να πετάξουμε την εισαγωγή που παραθέτουμε εδώ. Μέχρι να το πάρουμε απόφαση, είχαμε ανακαλύψει τα δύο τελευταία χρόνια ως μια ιστορία εξέγερσης και αντιεξέγερσης. Και είχαμε καταλήξει ότι δεν χρειάζεται να μιλάμε για μάγισσες και για λουδίτες όταν άλλα, εξίσου παράξενα υποκείμενα ζουν δίπλα μας. Όταν τώρα τελευταία είχαμε τη χαρά να γίνουμε κι εμείς ένα μικρό οργανωμένο τμήμα τους.
Δείτε λοιπόν την εισαγωγή που πετάχτηκε. Και ελάτε να συζητήσουμε αυτά που την αντικατέστησαν.
Τα λέμε εκεί.
Υ.Γ.: Αν παρόλ’ αυτά χρειάζονται κι άλλα κίνητρα για να κουβαληθείτε στην ΑΣΟΕΕ, ας σημειώσουμε ότι στο χώρο θα βρίσκεται η νέα μας έκδοση με γενικό τίτλο Το πείραμα πανδημία. Πρόκειται για την πολυαναμενόμενη (τουλάχιστον από εμάς) σύνοψη των πεπραγμένων και των γραπτών του Athens Antifa κατά τα τελευταία δύο χρόνια. Όπως μάθαμε πρόσφατα από σύντροφο με δεκαπενταετή πείρα, οι οργανωμένες ομάδες της αντεξουσίας έχουν τη δυνατότητα να θυμηθούν συλλογικά τα πεπραγμένα τους μόνο σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις.[1]Αυτό το τρομερό συμπέρασμα παρατίθεται (χαλαρά) στο Ντης, Queering Athens – Το πέρασμά μου από το queer κίνημα της … Continue reading Αυτή είναι μία από αυτές. Μαζί θα βρείτε το τεύχος 80 του περιοδικού antifa (σιγά μωρέ, το ‘χουμε).
Υ.Γ.2: Υποπτευόμαστε ότι, ακόμη κι αν εμείς έχουμε τους λόγους μας, διάφοροι στεναχωριούνται που κάνουμε τόσο καιρό να γράψουμε κάτι στον ηλεκτρονικό μας κουβά. Ειδικά για αυτούς τους εθισμένους συντρόφους, ορίστε και ένα αυθαίρετο πατοκούμπημα για να βιώσετε κάποια ψήγματα της ηδονής του hyperlink.[2]https://www.youtube.com/watch?v=k3TNHCMxWns
Είναι απ’ αυτά που θυμηθήκαμε κατά τη διάρκεια του (ψυχο)ψαξίματος που κατέληξε στο τέταρτο μέρος της εκδήλωσης. Είναι το λιγότερο από αυτά που είχαμε ξεχάσει.
Τέταρτο μέρος:
Για να μείνουν όλα ίδια, όλα πρέπει να αλλάξουν
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο κόσμος έρχεται τούμπα. Για την ακρίβεια, τα κατώτερα στρώματα έχουν δει τον κόσμο να έρχεται τούμπα ξανά και ξανά κατά τους τελευταίους πέντε καπιταλιστικούς αιώνες. Στις καλές στιγμές της λογοτεχνίας των αφεντικών, οι περίοδοι σαν και αυτή που ζούμε έχουν περιγραφεί με φράσεις όπως «όλα πρέπει ν’ αλλάξουν για να μείνουν όλα ίδια».[3]Tomasi di Lampedusa, Ο Γατόπαρδος, Bell, 2016 (11958). Ο συγγραφέας αυτού του διάσημου βιβλίου ήταν αρκετά αριστοκράτης για να … Continue readingΣτην ιστορία και στην πολιτική, περίοδοι σαν κι αυτή που ζούμε έχουν τροφοδοτήσει γραπτά που έχουν αποδειχθεί βασικά για τη συγκρότηση των αυτόνομων στα νότια βαλκάνια.
Ο Κάλιμπαν και η Μάγισσα της Sylvia Federici περιγράφει γυναίκες που βρέθηκαν να κατηγορούνται για μάγισσες, και να καίγονται στην πυρά γι’ αυτό. Γιατί ήταν αυτές που είχαν αναλάβει την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης σε έναν κόσμο που άλλαζε συθέμελα όλους του τους τρόπους ύπαρξης, άρα πρώτα και κύρια τους τρόπους αναπαραγωγής. Μαζί με το κάψιμο των μαγισσών, νέοι τρόποι «να τρώμε να αστειευόμαστε, να γελάμε και να παίζουμε» εφευρίσκονταν και εγκαθιδρύονταν.[4]Sylvia Federici, Ο Κάλιμπαν και η Μάγισσα: Γυναίκες, Σώμα και Πρωταρχική Συσσώρευση, Εκδόσεις των Ξένων, 2011 (1Autonomedia … Continue reading Ο κόσμος ερχόταν τούμπα – οι ιστορίες περί μαγισσών ήταν τα φούμαρα που συνόδευαν την ανατροπή.
Οι ιστορίες όπως αυτή των μαγισσών δεν έχουν τέλος. Και όπως είπαμε, πολλές από αυτές αποτελούν κομμάτι της κληρονομιάς μας. Εδώ περιλαμβάνεται η ιστορία των «λουδιτών». Δηλαδή των χειρώνακτων υφαντών στην Αγγλία του τέλους του 18ου αιώνα, που επί χρόνια έσπαζαν και έκαιγαν τις καινοφανείς αυτόματες εργοστασιακές μηχανές ύφανσης. Κι όμως, έπειτα που αντιμετωπίστηκαν δια πυρός και σιδήρου, έπειτα που η ήττα τους οδήγησε στη λιμοκτονία των ίδιων και των οικογενειών τους, οι λουδίτες έμειναν στην ιστορία σαν ασήμαντη παρέκκλιση. Και φυσικά, έμειναν στην καθομιλουμένη ως συνώνυμο κάθε ανορθολογικού εχθρού της τεχνολογικής προόδου.
Επίσης εδώ περιλαμβάνεται η ιστορία των εργατών των νοτίων Βαλκανίων κατά το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα. Ετούτοι ήταν άνθρωποι που εντός σαράντα ετών, είδαν έξι διαδοχικούς πολέμους εκ των οποίων οι δύο ήταν εμφύλιοι. Άλλαξαν εθνικότητα, θρησκεία και γλώσσα, λιμοκτόνησαν μαζικά δύο φορές, και πολύ περισσότερες είδαν τους διπλανούς τους να πεθαίνουν, με την πείνα, με τον εγκλεισμό και με τις σφαίρες. Ταυτόχρονα είδαν τον κόσμο να αλλάζει πολιτικά, πειθαρχικά και τεχνολογικά, ίσως με τον πιο ριζικό τρόπο στην ανθρώπινη ιστορία. Στα χρόνια μεταξύ του 1910 και του 1950, η ζωή κάποιας μπορούσε να ξεκινήσει ως υπήκοος αυτοκρατορίας και να τελειώσει ως πολίτης έθνους κράτους. Να ξεκινήσει καβάλα σε γαϊδούρι και να τελειώσει σε αυτοκινητιστικό ατύχημα. Να ξεκινήσει με μαθητεία πλάι στη μητέρα της και να τελειώσει με σύνταξη του ΙΚΑ. Να ξεκινήσει επιτηρούμενη από τον παπά, το δάσκαλο και το μπάτσο του χωριού και να τελειώσει στον καναπέ μπροστά στην τηλεόραση ή στο κρεβάτι του νοσοκομείου.
Κι όμως, αυτοί και αυτές, η νοτιοβαλκανική εργατική τάξη των αρχών του εικοστού αιώνα… βασικά δεν έμεινε καθόλου στην ιστορία. Αυτό που έμεινε στην ιστορία ήταν οι συγκεκριμένες πολιτικές και οργανωτικές μορφές που εφευρέθηκαν ειδικά για να βάλουν τα κατώτερα στρώματα στη θέση τους ενώ ο κόσμος ερχόταν τούμπα. Σήμερα είναι περίπου κοινώς αποδεκτό ότι δεν υπήρχε εργατική τάξη στην Ελλάδα της περιόδου 1900-1950. Μόνο «Βενιζέλος» και «λαϊκοί». Μόνο «βιομηχανική και τεχνολογική υστέρηση». Μόνο ΚΚΕ και συνδικάτα και «κοινωνικό κράτος». Μόνο «παλλαϊκή αντίσταση στον κατακτητή», ΕΑΜ και ΕΛΑΣ και ηρωικός ΔΣΕ.
Όχι, δεν είναι η πρώτη φορά που άνθρωποι σαν και του λόγου μας βλέπουν τον κόσμο να έρχεται τούμπα. Πάντα η αλλαγή έχει ένα σημαντικό τεχνολογικό κομμάτι: πλημμύρα από παράδοξα μαραφέτια ξεπλένει τον παλιό κόσμο από το πρόσωπο της γης. Πάντα η τεχνολογική αλλαγή συνοδεύεται από ένα σημαντικό ποινικό και πειθαρχικό κομμάτι: η πειθαρχία των μηχανών συνδυάζεται με την αστυνομία, όπως τα αυτοκίνητα συνδυάστηκαν με τους πρώτους κώδικες οδικής κυκλοφορίας και την αρίθμηση των δρόμων, όπως οι νέες μηχανές της παραγωγής συνδυάστηκαν με την ανάδυση της «αστυνομίας πόλεων», όπως το ραδιόφωνο συνδυάστηκε με τη δικτατορία του Μεταξά, όπως τώρα τελευταία τα QR codes συνδυάζονται με τη διαρκή εξακρίβωση στοιχείων και την αστυνομική επιτήρηση των γειτονιών μας. Πάντα η αλλαγή συνοδεύεται από φούμαρα του ελεεινότερου είδους: οι μάγισσες που συνουσιάζονται με τον σατανά, οι εργοστασιακές μηχανές που εμφανίζονται ελέω «προόδου», ο πόλεμος ενάντια στον φασισμό, ο αντιστασιακός λαός έθνος της ανατολικής μεσογείου που αποτελείται από μικροϊδιοκτήτες, ο ιός που θα μας σκοτώσει όλους.
Αυτά τα φούμαρα και όχι οι τεχνολογίες είναι το πιο ανθεκτικό στο χρόνο κομμάτι των ανατροπών σαν και αυτές που περιγράφουμε. Θυμόμαστε τον «ανορθολογισμό» των μαγισσών και των διωκτών τους, και όχι τα ξεχασμένα γιατροσόφια των πρώτων «ιατρών». Θυμόμαστε την «αντιτεχνολογική μανία» των λουδιτών και όχι τις μηχανές της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης. Θυμόμαστε «τους Γερμανούς» και «το ΟΧΙ» και όχι τα πρώτα αυτοκινητιστικά ατυχήματα, ή τις πρώτες μυστικές υπηρεσίες. Αν όλα πάνε καλά για τα αφεντικά μας, στο μέλλον θα θυμόμαστε «τον ιό» και όχι την παγκόσμια πολεμική προετοιμασία.
Αυτή η λήθη δεν είναι δίχως την εσωτερική της λογική. Οι περίοδοι σαν και τη δική μας είναι περίοδοι όπου όλα αλλάζουν για να μείνουν όλα ίδια. Αλλά η αρχική ανάγκη της ανατροπής προκύπτει εξαιτίας της αρνητικότητας των κατώτερων στρωμάτων. Εξάλλου, οι ανατροπές της συγκεκριμένης κλιμακας ουδέποτε έρχονται εις πέρας δίχως αντίσταση. Οι κατώτερες τάξεις, στόχος και αντικείμενο των αλλαγών, αντιστέκονται, κινούνται, εξεγείρονται. Αυτό που πρέπει κάθε φορά να ξεχαστεί είναι η ένταση και η έκταση της αρνητικότητάς τους, οι συγκεκριμένοι τρόποι της και οι ιδέες που την τροφοδοτούσαν, και κυρίως το βάρος αυτής της αρνητικότητας: ο τρόπος με τον οποίο οι κατώτερες τάξεις έχουν αλλάξει και αυτές τον κόσμο, όχι μία, αλλά πολλές φορές. Αυτή η πολιτική δυνατότητα και ο τρόπος που έρχεται εις πέρας είναι που πρέπει να ξεχαστεί. Και αυτή η πολιτική δυνατότητα των κατώτερων τάξεων είναι που ξεχνιέται όποτε τα αφεντικά κάνουν καλά τη δουλειά τους, δηλαδή σε όλες τις περιπτώσεις όπου αποδείχθηκε ότι «ούτε οι νεκροί δεν θα ‘ναι ασφαλείς από τον εχθρό εφόσον τελικά νικήσει».
Οι νεκροί όντως δεν ήταν ασφαλείς. Τους έχουμε ξεχάσει, αυτούς και τις ιδέες τους και τις δυνατότητές τους, τη μοναδική αισιοδοξία που μπορεί να παράσχει η ιστορία ετούτου του κόσμου. Αυτό που θυμόμαστε, με το εκπαιδευτικό σύστημα, με τις εθνικές εορτές, και με τα εκπαιδευτικά ντοκιμαντέρ των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών, είναι τα φούμαρα των νικητών.
Κι όμως, το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό δίχως αυτούς τους αόρατους. Γιατί, αν φτιάχτηκε όπως είναι σήμερα, δεν φτιάχτηκε εν κενώ, έπειτα από επιστημονική μελέτη. Φτιάχτηκε μέρα με τη μέρα και χρόνο με το χρόνο, μέσα από τη μάχη του εναντίον αυτών των κατά τα άλλα αόρατων.
Τα δέκα τελευταία χρόνια αποτελούν μία από τις κομβικές στιγμές αυτού του κρατικού φτιαξίματος. Επιπλέον είναι πρόσφατα. Οπότε αποτελούν καλό οδηγό για να δούμε τους τρόπους με τους οποίους, ακόμη και μέσα στην πιο καταθλιπτική κυριαρχία του κεφαλαίου, η εργατική τάξη συνεχίζει να διατηρεί τη δυνατότητά της να φτιάχνει τον εαυτό της· και μαζί να φτιάχνει την ιστορία.
↑1 | Αυτό το τρομερό συμπέρασμα παρατίθεται (χαλαρά) στο Ντης, Queering Athens – Το πέρασμά μου από το queer κίνημα της περιόδου 2000-2015, ΠΓΦΜ, 2021. |
---|---|
↑2 | https://www.youtube.com/watch?v=k3TNHCMxWns |
↑3 | Tomasi di Lampedusa, Ο Γατόπαρδος, Bell, 2016 (11958). Ο συγγραφέας αυτού του διάσημου βιβλίου ήταν αρκετά αριστοκράτης για να μένει σε παλάτι στη Σικελία. Αλλά το παλάτι του καταστράφηκε από συμμαχικούς βομβαρδισμούς το 1943 και αυτός μετακόμισε σε άλλο παλάτι της οικογένειάς του, αυτή τη φορά στη Ρώμη. Αν έχει κανείς κατά νου τα ερείπια μεσαιωνικού παλατιού έπειτα από αεροπορικό βομβαρδισμό και το καινούριο παλάτι στη Ρώμη, καταλαβαίνει κανείς καλύτερα το νόημα της γνωστότερης από τις φράσεις του βιβλίου. |
↑4 | Sylvia Federici, Ο Κάλιμπαν και η Μάγισσα: Γυναίκες, Σώμα και Πρωταρχική Συσσώρευση, Εκδόσεις των Ξένων, 2011 (1Autonomedia 2004), σ. 197. |